Τρίτη 25 Απριλίου 2017

13 POEMAS DE FRANCISCO GARFIAS (13 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΡΑΝΘΙΣΚΟ ΓΚΑΡΦΙΑΣ)

13 POEMAS DE FRANCISCO GARFIAS
(13 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΡΑΝΘΙΣΚΟ ΓΚΑΡΦΙΑΣ)



Μετάφραση από τα Ισπανικά


Στέλιος Καραγιάννης





ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΑΝΑΠΟΔΑ



Αυτό που δεν ξέρω με ωθεί
Προς τα μέσα ,ως το άπειρο
Ένα <<όχι>> με κυκλώνει βαθύ,
επίμονο, οριστικό.
Με θρέφει η άγνοια
Αδερφή του ενστίκτου.
Αυτό που δεν ξέρω είναι το βέβαιο.
Αυτό που προσμένω .Το ασφαλές.
Πάνω απ τις αρνήσεις μου
Σιγά-σιγά ανυψώνομαι εγώ ο ίδιος.



 ΤΟ ΝΕΟ ΜΑΘΗΜΑ


Επιθυμώ να μάθω τα πράγματα
που ποτέ δεν υπήρξαν και που δεν θα υπάρξουν.
Αυτό που ποτέ δε μου έλαχε να ζήσω
κι αυτό που κανείς δε θα το ζήσει.
Επιθυμώ να μάθω απ τις αναμνήσεις
γι αυτό που δεν υπήρξε ποτέ.
Το θλιμμένο μου χέρι πηγαινοέρχεται
σε μια απελπισμένη αμάχη με το θάνατο και την επιθυμία.
Τα άδεια μάτια μου βυθίζονται τώρα
μες στη σκοτεινιά.
Κι ο νους μου ταράζει ανώφελα
Τον αέρα του της μοναξιάς.
Σιωπή .Περνάν τα δύσκολα:
Οι κυματισμοί μιας αγωνίας.
Νερό σκοτεινό αυτού του ρυακιού
Όπου βυθίζω το θνητό μου χέρι.





ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΔΕ ΘΕΛΩ


Το να κατανοήσεις σημαίνει να σταματήσεις
καταμεσής της ζωής.
Να επιστρέψεις στο δε θέλω
Που θελήσαμε μια μέρα.
Όχι ,όχι ,όχι… Έτσι ήταν
στην αλήθεια του, τότε.
Για άλλη μια φορά η επίμονη
άρνηση μας υποδέχεται.
Ήταν αλήθεια .Και τώρα.
Ξεχνιόμαστε Είμαστε.
Φυσά ο Θεός κι οι πληγές μας
ξαφνικά επουλώνονται.
Σήμερα σταμάτησα ξανά
Καταμεσής του δρόμου.
Η καρδιά γεμίζει
Απ το παλιό δε θέλω.







TΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ


Η λέξη σε δημιουργεί,
σε συναγείρει ,σε ανυψώνει,
κάθε γράμμα μεγαλωμένο
μέσα στην ομορφιά η στο δάκρυ.
Αν σε κατέχω σε ονομάζω.
Η σιωπή μου σε σκοτώνει.
Το να σε προφέρω σημαίνει να σ έχω
μέχρις ότου το όνομα τελειώσει.
Επείγουσα ανάγκη μιας συλλαβής
φευγαλέας κι ερωτευμένης.
Χάδι του τόνου.
Αγωνία της παύσης.
Ύστερα κατεβαίνει το όνομα σου
από τα χείλη στη ψυχή
Η σταγόνα ενός γράμματος
μένει καθυστερημένη.
Η καρδιά την αισθάνεται,
μόνη, θνητή άφοβη,
όταν από το αίμα φθάνει
σαν ένα παγωμένο λουλούδι.


ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΕΚΣΤΑΣΗΣ


Τίποτα πια δε με συγκρατεί.
Πλέω μέσα στον εαυτό μου.
Αφρός των ωρών,
σύννεφο της εσχατιάς
διαφάνεια αναρτημένη
αστάθεια πάνω στο σταθερό.
(Τα γαλάζια είναι γαλάζια.
Οι ουρανοί είναι ουρανοί
ΟΙ λάμψεις είναι λάμψεις.
Η αρχή είναι πέρας).
Τίποτα πια δε με συγκρατεί.
Πλέω μες στο νερό.
Πετώ στον αέρα ελεύθερος.
Ακουμπώ στο τίποτα.
Το άπειρο με υποδέχεται.
Το βασίλειό μου είναι η ελπίδα.




ME TON GIL VICENTE



Εγώ δε λέω τα τραγούδια μου
παρά μόνο σ αυτόν που έρχεται μαζί μου.
Μαζί μου έρχεται η θλίψη
το τραγούδι μου θα την βουβάνει.
Έρχεται μαζί μου η νύχτα
-το τραγούδι μου θα την φωταγωγήσει-.
Ο Gil Vicente έρχεται μαζί μου
τραγουδώντας το τραγούδι μου.
Εγώ δε λέω τα τραγούδια μου
-έρχεται μαζί μου η θλίψη-
τα τραγούδια μου του έρωτα,
παρά μόνο σ αυτούς που έρχονται μαζί μου.
-έρχεται μαζί μου η νύχτα-
παρά μόνο σ αυτόν που έρχεται μαζί μου.


ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ



Είναι νύχτα μες στον κόσμο
αδερφέ Χουάν, πάντα είναι νύχτα.
Η πείνα εφορμά ενάντια στη γη
παρ όλο πού ναι νύχτα.
Η λύπη είναι χαμογελαστή
παρ όλο πού` ναι νύχτα.
Ο πόνος που δεν τελειώνει
η μοναξιά του ανθρώπου.
Το όνειρο που δεν ονειρεύεται
και το αίμα και οι φωνές του.
Είναι νύχτα μες στον κόσμο
πάντα είναι νύχτα.
Πού να ναι εκείνη η πηγή
που αναβλύζει και τρέχει?




ΠΟΥΛΙ ΛΟΥΛΟΥΔΙ


Ένας Απρίλης με το Μάη μέσα του,
πουλί λουλούδι.
Με κρίνα μέσα στα ρυάκια
με πελαργούς στους πύργους.
Μια μνήμη της παιδικής ηλικίας
πουλί λουλούδι.
Ένα πλοίο που διασχίζει το νερό
κάτω από τον ήλιο της χαράς.
Το πράσινο είναι πράσινο κι είναι λευκό
πουλί λουλούδι.
Η ορχιδέα είναι πουλί που τραγουδά,
Το κολιμπρί λουλούδι που ευωδιάζει.
Τι αιφνίδια απόλαυση
πουλί λουλούδι,
πουλί λουλούδι που ευωδιάζει
που τραγουδά πουλί λουλούδι!




ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑΣ



Για πάντα, πάντα, πάντα…
Το επίρρημα του Τειρεσία
τριγυρίζει μες στο μυαλό μου.
Αγγίζω το τίποτα :
η καρδιά μου στον άνεμο
η ζωή μου όπως αυτό το νερό.
Όπως το χιόνι στη βουνοκορφή
που χθες ήταν λουλούδι της φωτιάς
και σήμερα είναι μόνο λουλούδι της απουσίας.




ΣΗΜΕΡΑ ΘΑ ΠΩ ΑΠΡΙΛΗΣ



Σήμερα θα πω Απρίλης .Απρίλης
στο ημερολόγιο κι Απρίλης στην καρδιά.
Απρίλης ανάμεσα στα μάτια σου της αστραπής
κι Απρίλης στην καμπάνα της φωνής σου.
Αύριο θα πω χθες και θα `ναι Οκτώβρης
και δεν θα πω καμπάνα μήτε τραγούδι.
Το μόνο που θα πω θα `ναι χθες και θα χω ψυχρό
Το φως της καρδιάς σου.


Η ΣΙΩΠΗ


Σιωπή, μόνο σιωπή.
Θ` αφήσω πίσω μου τις λέξεις
Γιατί η σιωπή θα `ναι το βασίλειό μου.
Φωνές ακούγονται .Θεέ ποιος μιλά?
Εγώ για Σένα ,για Σένα ,σιωπή.
Σιωπή της ελπίδας ,το Φως μέσα στη σιωπή.
Σιωπή γιομάτη αίμα
για να βγω να σ` απαντήσω.


 ΕΙΠΕΣ: ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ


Είπες : ας μιλήσουμε λίγο,
λίγο για σένα και για μένα
κι έγινε μια σιωπή βαθειά,
πικρή και σκοτεινή…
Ναι, ναι,
επανέλαβες .Αλλά αλίμονο,
δεν είχες τίποτα να πεις.




ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ



Δεν είναι μόνο του το ωραίο.
Το μάτι το συνοδεύει,
Η ματιά το δημιουργεί,
Η καλή ματιά το απομονώνει.
Το αδύνατο της απόλαυσης
Σιγά- σιγά το αποθεώνει.
Η ομορφιά είναι ένα νερό
Μ ένα ουράνιο φόντο :
Ένα νερό φευγαλέο
Μια ακέραια ομορφιά, όταν ένα μάτι την κοιτά,
Όταν ένα μάτι έκπληκτο

Τη συλλαμβάνει στην κόχη του.


Στέλιος Καραγιάννης (Stelios Karagiannis) Εγκώμιο του Juan Ramón Jiménez (Elógio de Juan Ramón Jiménez)


Στέλιος Καραγιάννης
(Stelios Karagiannis)



Εγκώμιο του Juan Ramón Jiménez

(Elógio de Juan Ramón Jiménez)



Φλεγόμαστε από την επιθυμία
να πατήσουμε σε στέρεο έδαφος
και να βρούμε ένα απόλυτα
σίγουρο θεμέλιο που πάνω του
θα χτίσουμε έναν πύργο που θα
φθάνει στο άπειρο. Όμως το έδαφος
ραγίζει η γη ανοίγει
και μας αποκαλύπτει την άβυσσο.
Blaise Pascal




     Όλα γίνονται και κερδίζονται στην ποίηση όταν ο άνθρωπος ονειρεύεται σαν θεός.
Όλα χάνονται μες στη φιλοσοφία όταν ο άνθρωπος σκέφτεται σαν επαίτης.
Παραφράζω αδέξια τον Hoelderlin για να θυμηθώ έναν άλλο «τρελό», τον «τρελό του Μoguer», τον ποιητή Juan Ramón Jiménez, που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ πριν πενήντα χρόνια γιατί ήταν ένας νεωτεριστής που αντιλαμβάνονταν την ποίηση ως ένα ανοιχτό πεδίο για καινοτομίες, και ως πηγή αθωότητας ώσπου του έλαχε στο τέλος ν αγγίξει τη χριστιανική αγιότητα.

     Τον φαντάζομαι θλιμμένο και σοβαρό, αξιοπρεπώς και κομψά ενδεδυμένο να
μιλάει μπροστά σε ένα εκλεκτό και σοβαρό ακροατήριο γι αυτή την άλλη μαγεία της
ποίησης, που ο λόγος της θα έπρεπε να είναι λόγος αποκαλυπτικός της αλήθειας του
όντος και της βαθύτερής μας πραγματικότητας. Τον ακούω να υποστηρίζει με πάθος,
ότι η ποίηση δεν έχει κανένα νόημα, αν δεν μπορεί να κινητοποιήσει όλες τις
ανθρώπινες αισθήσεις προς άγνωστες και αδοκίμαστες ως τη στιγμή της εκφοράς της
κατευθύνσεις, εάν δεν αποβλέπει προς μιαν άλλου είδους ελευθερία, αντίπαλο δέος
κάθε κοσμικής εξουσίας και σε μια σωκρατική δικαιοσύνη που να καταυγάζεται από
το θεϊκό πλατωνικό φως.

     Ένα αυγουστιάτικο ζεστό βράδυ, που περιδιάβαζα ολομόναχος στα ερημικά
σοκάκια του Μoguer, μου φάνηκε ότι τον άκουσα πίσω από έναν ασβεστωμένο
μαντρότοιχο, να λέει χαμηλόφωνα σε μια ντυμένη στα λευκά μικρή ανδαλουσιάνα, τα
πρώτα θεϊκά λόγια που του είχε σφυρίξει λίγο πριν στο αυτί του η Πολύμνια, λόγια
που έμελλε να επαναλάβουν στο πρώτο ραντεβού τους, μπροστά στην αγαπημένη
τους, όλοι οι επίδοξοι εραστές του Moguer.
 
     Α φίλοι, δεν είμαστε στον καιρό που ένας ρομαντικός ποιητής ,θα αποφάσιζε να
μπαρκάρει σε ένα υπερωκεάνιο, να διασχίσει μόνος του τον Ατλαντικό ωκεανό για να
πάει να συναντήσει στη Νέα Υόρκη την άγνωστη Διοτίμα του, στον καιρό που η
υπέρτατη πραγματικότητα ήταν για τους ποιητές το χαμόγελο ή το μειδίαμα μιας
παιδίσκης, που τους έρχονταν από ένα ψηλό μπαλκόνι ή από ένα σιδερόφρακτο
παράθυρο.

     Ωστόσο θα έπρεπε να αναρωτηθεί κανείς .Όλα εκείνα τα στοιχεία του πάθους, της
πίστης στον έρωτα, της λατρείας, της αθωότητας, της αφέλειας, της ανθρώπινης
θυσίας για το υψηλό και το ωραίο, της έκστασης απέναντι στο θείο, που ένα καθαρό
μυαλό, όπως το μυαλό του παγκόσμιου ανδαλουσιανού αρκούσε τότε να τα
απορροφήσει και να τα μετασχηματίσει σε λυρική ποίηση, τι απέγιναν; Είναι δυνατόν
να χάθηκαν, παρασυρμένα από τους ανέμους του μηχανοκρατούμενου καιρού μας και να μην έχουν κανένα νόημα πια, παρά μονάχα για τους μονομανείς επισκέπτες των λογοτεχνικών αρχείων?

     Όχι, όχι .Παρ όλο που η τεχνολογία του κοινωνικού και λογοτεχνικού κορεσμού,
απειλεί σήμερα, περισσότερο από ποτέ, την ατομική και συλλογική μας ευαισθησία
και μνήμη και τους τρόπους επικοινωνίας μας με το ωραίο και το θείο, ο άνθρωπος,
δεν άλλαξε κατά βάθος και στα ενδότερα της ύπαρξής του, παραμένει και είναι, ένας
μικρός «Θεός που επιθυμεί και επιθυμείται», που προσμένει το θαύμα ,το θαύμα που
έγινε απρόσιτο στις μέρες μας, που αναζητά εναγωνίως τα στοιχεία που θα το
αναδείξουν, στοιχεία που ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν.
 
   Στην εποχή μας του λογοτεχνικού κορεσμού, της γενικευμένης κρίσης αξιών και
της δικαιολογημένης απελπισίας των ποιητών και των συγγραφέων, ο κόσμος της
ποίησης, μοιάζει με μια λησμονημένη από τους ανθρώπους φυλακή, όπου μέσα της
χτυπιούνται και ουρλιάζουν κάποιες ανθρώπινες σκιές, χωρίς να βρίσκουν οι
παράλληλοι μονόλογοί τους κάποιαν απάντηση ή ανταπόκριση από τον έξω κόσμο.

    Στα παράθυρα αυτής της Βαβέλ των θεληματικά εγκλεισμένων, βλέπουμε πότε-πότε, να καθρεφτίζονται τα νεοφανή δεινά της λεγόμενης μετανεωτερικής μας εποχής, το άγχος για την επιβεβαίωση μιας ξεχωριστής ταυτότητας, της ταυτότητας του παραλογισμένου και κορεσμένου από τα σκουπίδια του πνεύματος ανθρώπου, η
τρέλα, το κενό, η απόγνωση, η χυδαιότητα, το μηδέν.

     Έτσι, σιγά-σιγά ,στο πείσμα των ποιητών του πρόσφατου παρελθόντος, και
αναζητητών ενός «επιθυμούμενου θεού», όπως οι Unamuno και Jiménez, απλώθηκε
το κονίαμα του κορεσμού, του ψευδεπίγραφου μοντερνισμού και του υπολογιστικού
και μηδενιστικού ορθολογισμού, επάνω στη μουντή έκταση της ατομικής και
συλλογικής φαντασίας όλων των επίδοξων δημιουργών των ημερών μας.

    Οι φερέλπιδες ποιητές της εποχής μας, απόμειναν φιμωμένοι και κορεσμένοι από
τις αλλεπάλληλες δόσεις μιας λογοτεχνικής παιδείας και μόρφωσης, που δεν
παραπέμπει σε κανένα σύστημα αξιών, ανίκανοι να κατανοήσουν το πρόβλημα του
σύγχρονου ανθρώπου και καταδικασμένοι να ενασμενίζονται με την κόλαση των
αποπνευματοποιημένων τους πόθων, όπως οι τρόφιμοι μιας ψυχιατρικής κλινικής με
το βούρκο της ψυχανάλυσης.

     Κάτι χειρότερο: απόμειναν στερημένοι από τη μόνη
δυνατότητα που πίστευαν ότι η απόρριψη των παραδοσιακών ηθικών και αισθητικών
αξιών τους είχε προσπορίσει: την επιβεβαίωση μιας νέας πνευματικής ταυτότητας και
της οντικής πλήρωσής τους, μέσω της εκφοράς ενός νέου ποιητικού λόγου.
Βρισκόμαστε δυστυχώς σήμερα, αντιμέτωποι-εμείς οι υποτιθέμενοι αναζητητές
του νεωτερικού ή μετανεωτερικού στοιχείου στον ποιητικό λόγο-με την πλήρη
απογύμνωση του λυρικού εγώ, όχι από τα εκφραστικά του μέσα, τα ενδύματα της
ποίησης, αλλά από το μυστικό του νόημα, που καθόλου δεν άλλαξε από την εποχή
του Jiménez.

     Τώρα που ο τόπος συνάντησης των ποιητών άλλαξε, και έγινε, από τόπος
ανοιχτών διαλογικών στοχασμών, για το μυστήριο της ποιητικής έμπνευσης και
δημιουργίας, τόπος θορυβώδικων συναντήσεων και συζητήσεων για το πρόβλημα της
δημιουργικής γραφής, τόπος ανίας, και μηδενισμένων από την επιρροή της
λογοτεχνίας του κορεσμού αξιών, απαιτείται, φαίνεται ,αφού υπερβούμε τις εσχατιές
της αποπνευματοποίησης, στην οποία μας οδήγησαν οι νέες θεότητες του
μεταβιομηχανικού ορθολογισμού, να επαναστρέψουμε την πνευματική ζωή μας, προς
το ιδεώδες της πλατωνικής αλήθειας, για να ξαναβρούν οι αισθήσεις μας τον
απολεσθέντα παράδεισό τους, τη χαμένη τους πρωταρχή και αγιότητα.

     Ο Juan Ramón Jiménez, που επέλεξε στη ζωή του να βαδίσει τη βασιλική οδό των
αισθήσεων, των αισθημάτων και των συγκινήσεων, πληρώνοντας ακριβά το τίμημα
της μελαγχολίας και της τρέλας του, κατόρθωσε όπως όλοι οι μείζονες ποιητές αυτού
του κόσμου, να πετύχει την δαιδαλική υπέρβαση της ψυχεδελικής πραγματικότητας
στην οποία έζησε νέος και να βγει, μέσω της ποιήσεως ,σε ένα σημείο, που δε
βρίσκονταν ασφαλώς στη Νέα Υόρκη ή στο Πουέρτο Ρίκο, αλλά κάπου στην
Ανδαλουσία, στην Ανδαλουσία του, εκεί όπου η μεταφυσική του εναρμονίστηκε με
τον καλύτερο τρόπο με τη φυσική των τοπίων του ισπανικού Nότου.

    Βλέπω και πάλι μπροστά μου τον Jiménez,  γέροντα πλέον και καταβεβλημένο από
την επάρατη νόσο και από την απώλεια της αγαπημένης του Ζηνοβίας, να
διακηρύσσει, από την έδρα ενός αμερικάνικου πανεπιστημίου, την άποψή του για την επαναστροφή της δικαιοσύνης πάνω στον κόσμο, και για την πίστη του σε έναν
μοναδικό Θεό, τον Ιησού, σε έναν Θεό ,που ως άνθρωπος δεν έπαψε ποτέ να επιθυμεί και ως Θεός δεν θα πάψει ποτέ να επιθυμείται από τους ανθρώπους. Τον βλέπω να φωνάζει καταπρόσωπο της άπιστης εποχής του, όπως ο Πλάτωνας, όχι, δεν επιθυμώ τους θεούς που η λατρεία τους τελείται στο ημίφως των ανθρώπινων
αποπνευματοποιημένων πόθων, αλλά τον ένα και μοναδικό Θεό, τον Θεό που η λατρεία του τελείται στο φως.

    Οι άγγελοι και οι άγιοι της Ανδαλουσίας, απέβαλαν κάποια στιγμή τη δυτική
σκυθρωπότητά τους και τραγούδησαν μέσα στην ποίησή του. Και οι ερωτευμένοι
τραγούδησαν επίσης, μαζί με τα πουλιά του νερού και τις κρυστάλλινες τσιγγάνες.
Μέσα σε κάθε στίχο του, βρίσκονταν ο άνθρωπος του Νότου, με τις ανατάσεις
του και τις πτώσεις του, με τα μεράκια του και τα μαράζια του, με τις θλίψεις του και
τις χαρές του, ένας κήπος από τα πιο ευωδιαστά λουλούδια, το ουράνιο τόξο με όλο
το μεγαλείο των χρωμάτων του, και μια κιθάρα ή ένα ντέφι, το ντέφι της Πρεθιόσας,
τα αναγκαία όργανα ,οι σύντροφοι της ποίησής του, που έπρεπε να πάρουν τα λόγια
του και να τα ταξιδέψουν, χίλια μίλια μακριά, ώσπου να έρθει το πλήρωμα του
χρόνου και να αντηχήσουν πιο επιβλητικά ,μέσα στην κοίλη μνήμη των ανθρώπων.

     Σήμερα, που ταλαιπωρούμαστε από μια μόνιμη κρίση ταυτότητας, μια κατάσταση
που συμβάλλει στην απώλεια του πνευματικού ελέγχου επί του εαυτού μας, και στη
δημιουργία μιας γενικής νευρικότητας και ανησυχίας για το μέλλον του πνευματικού
πολιτισμού και της λογοτεχνίας μας ειδικότερα, σήμερα, που το πνευματικό οξυγόνο
που μας αναλογεί ,το ξοδεύουμε σε αλλεπάλληλα μιμητικά έργα, ποιος μπορεί άραγε,
να μας δείξει το δρόμο, για να εκμεταλλευθούμε με τον καλύτερο τρόπο εκείνο που
κάποτε οι μικροί θεοί και οι άγιοι της Ανδαλουσίας, χάρισαν απλόχερα στον
Jiménez, τη θεϊκή έμπνευση;

    Ω φίλοι., ποιος ξέρει αν, και κατά πόσο, αυτή η κατηγορία του λυρικού εγώ που
προσπαθούμε όλοι να επιβεβαιώσουμε, επειδή πιστεύουμε ότι είναι καλά
θεμελιωμένη πάνω στη βάση του υποτιθέμενου ταλέντου μας, θα γίνεται δεκτή στο
μέλλον; Μήπως έχει φτιαχτεί από μας για μας, για μια εσωτερική κατανάλωση;
Άγνωστο.

     Στις μέρες μας που ο άνθρακας πουλιέται για διαμάντι και το διαμάντι για
άνθρακας, επιχείρησα κι εγώ, να συγγράψω ένα μικρό δοκίμιο πλήρους αντιστροφής
των αισθητικών αξιών της λεγόμενης μετανεωτερικότητας,όχι μόνο για να διασκεδάσω το αίσθημα της αποτυχίας και της δυσθυμίας που θρέφει τις συγκινήσεις μας και τις μεταστοιχειώνει σε ποίηση του πνευματικού κορεσμού, αλλά και για διεγείρω τη μνήμη σας, εγκωμιάζοντας ένα έργο και έναν ποιητή, που οι λέξεις και οι στίχοι του μας βοηθάν ακόμη για να ζήσουμε ως μικροί θεοί.

     Ο τρόπος έκφρασης των ανθρωπίνων συναισθημάτων και των συγκινήσεων, που
ωθούσαν και ωθούν τα δημιουργικά πνεύματα να διεκδικήσουν τη δάφνη του ποιητή,
από την εποχή του Jiménez ως σήμερα, ασφαλώς δεν άλλαξε. Γινόταν και γίνεται με
λέξεις. Αυτό που σίγουρα άλλαξε είναι το πνεύμα και η νοοτροπία της εποχής.
Οι διεργασίες που οδήγησαν στο σύγχρονο κοινωνικό και λογοτεχνικό κορεσμό
στον οποίο προηγουμένως αναφέρθηκα, είχαν ως αποτέλεσμα, την υπονόμευση των
θεμελίων επί των οποίων στηρίζονταν η διαμόρφωση της ταυτότητας του λυρικού
εγώ σε προηγούμενες περιόδους, όπως αυτή που συμπίπτει με την εμφάνιση των
μοντερνιστών ποιητών και φυσικά του Jiménez, με αποτέλεσμα, να είναι έκδηλη η
επιθυμία και η νοσταλγία για την εμφάνιση μιας νέας αντίληψης για το λυρικό εγώ
και το ποίημα, τόσο νέας όπως αυτή που εισηγήθηκε στην εποχή του ο παγκόσμιος Ανδαλουσιανός .

Για να είμαστε εξηγημένοι. Δεν ισχυρίζομαι ότι στις μέρες μας το λυρικό
ποίημα(έμμετρο, γραμμένο σε ελεύθερο στίχου ή πεζόμορφο), θα πρέπει να συνεχίσει   να γράφεται με τον τρόπο του Jiménez ή με τον τρόπο οποιουδήποτε άλλου ισάξιου με αυτόν ποιητή εκείνης της εποχής. Αυτό που ισχυρίζομαι σε τούτο το μικρό εγκώμιο, φόρο τιμής στη μνήμη του παγκόσμιου Ανδαλουσιάνου, είναι ότι ακόμη και οι πιο ωμοί ρεαλιστές ποιητές των ημερών μας, καθώς κουβαλούμε τη λογοτεχνική χίμαιρα μας στους ώμους μας ,ή την Σισύφεια πέτρα μας ,βάζουμε μέσα στους στίχους μας και λίγο υπερπέραν!

Αν άραγε λειτουργούσαμε όπως λειτούργησε ο Jiménez, που φρόντισε να
αντλήσει την έμπνευσή του από το πιο αυθεντικό μέρος του εγώ του και από μια
εξωτερική πηγή, το θείο, για να κατορθώσει να εξουδετερώσει ως τον ύψιστο βαθμό
το αρνητικό μέρος της πραγματικότητας που τον περιέβαλλε, ποια θα ήταν η εικόνα
της ποίησης των ημερών μας?



Λουίς Μανουέλ ντε Φαραμινιάν Γκίλμπερτ (Luis Manuél de Faramiñán Gilbert) Ποιητικό Μανιφέστο (Manifiesto Poético)

Λουίς Μανουέλ ντε Φαραμινιάν  Γκίλμπερτ

(Luis Manuél de Faramiñán Gilbert)
Ποιητικό Μανιφέστο (Manifiesto Poético)


Traducción Stelios Karagiannis (Μετάφραση Στέλιος .Καραγιάννης)
Πολλές είναι οι διακλαδώσεις της ποιητικής εκδήλωσης που έχουν βαφτιστεί και αναβαπτιστεί με διάφορα ονόματα, τα οποία επιχειρούν να καλύψουν τα ποικίλα ρεύματα της αισθητικής σκέψης. Δε πρόκειται για μια σύγχρονη προσπάθεια; οι ποιητές, πέρα από τη δημιουργική τους μοναξιά ομοούσια του επαγγέλματός τους, προσπαθούν να συγκροτηθούν σε κινήματα που θα τους επιτρέψουν να δημιουργήσουν ομαδικές συνθέσεις εντός των οποίων θα μπορούν να ενσωματώσουν μορφές θεώρησης και γραφής της ποίησης.
Η αισθητική κατάπτωση που έχει υποστεί η κοινωνία των αρχών του ΧΧΙ αιώνα και η σύγχυση στην οποία οδηγείται η τρέχουσα κοινότητα, μαζί με την απώλεια σεβασμού των βαθιών αξιών της ανθρώπινης κατάστασης, μας κάνουν να σκεφτόμαστε ότι η αλλαγή του αιώνα και της χιλιετίας αποδεικνύεται ιδιαιτέρως τραυματική.
Ο ΧΧ αιώνας φαίνεται να ήταν ένας από τους πιο συγκρουσιακούς για την ανθρωπότητα γιατί ενσάρκωσε δυο παγκόσμιους αδελφοκτόνους πολέμους κι επέκτεινε τη γενοκτονία σε διεθνή κλίμακα. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι επρόκειτο για έναν αιώνα άκαρπο κι ημιτελή, αν λάβουμε υπόψη ότι γεννιέται μα τον πρώτο Μεγάλο Πόλεμο και πεθαίνει με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Ωστόσο, μαζί με την ωμότητα της εξέλιξής του, σημαδεμένη από το μίσος μεταξύ των εθνών, εκδηλώθηκαν επίσης εποικοδομητικές πρωτοβουλίες με σκοπό την υπεράσπιση και την εγγύηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ισότητας των δυο φύλων, της μη διάκρισης των φυλών, της θρησκευτικής ανοχής, που έχουν προσπαθήσει να ανοίξουν δρόμο με τεράστια δυσκολία σε έναν αντίξοο κόσμο.
Σε αυτό το γενικό πλαίσιο των εξαντλητικών αντιφάσεων με το οποίο έχουμε εισέλθει στον καινούριο αιώνα αξίζει να θυμηθούμε τα κριτήρια που ο Πίκο ντε λα Μιράντολα εξέθεσε στο έργο του Ομιλία για την Αξιοπρέπεια του Ανθρώπου όταν η Αναγέννηση άφηνε τον μεσαιωνικό σκοταδισμό, για να μας φέρει πιο κοντά σε μια βαθύτερη αναζήτηση της έννοιας του Ανθρωπισμού.
Η ωφελιμιστική σκέψη δεν έχει δώσει τους αναμενόμενους καρπούς κι η παρακμή της έχει αφήσει μια εξαντλημένη γενιά, χωρίς φανερό ιδεολογικό μέλλον. Ο άνθρωπος αναρωτιέται ξανά τι υπάρχει πέρα από τη δική του φύση, από που ερχόμαστε, που πάμε, γιατί πραγματοποιούμε αυτό το σύνολο ζωτικών εμπειριών και σε τι μας χρησιμεύουν. Σέρνουμε τα παλιά συμπλέγματα του προηγούμενου αιώνα, ακόμα και της προηγούμενης χιλιετίας. Η Ανθρωπότητα πρέπει να βρει άλλους διαύλους έκφρασης που θα της επιτρέψουν να εκδηλώσει αυτό που κάθε άνθρωπος φέρει μέσα του και γι αυτό η ποίηση είναι ένα βάσιμο εργαλείο.
Mέσα από την ποιητική παρόρμηση μπορούμε να σκίσουμε τα πέπλα του ασυνειδήτου και να ανακαλύψουμε, για εμάς και τους υπόλοιπους, την ουσία της ανθρώπινης κατάστασης. Γι αυτό το λόγο, είναι επείγον κι απαραίτητο να
σχηματιστεί ένα αισθητικό κίνημα που μέσα από τη λέξη θα μεταγράψει τις εσωτερικές καταστάσεις, σε μια αναζήτηση της “φυσικής υπερβατικότητας”.
“Υπερβατικότητα”, γιατί δεν περιορίζεται ούτε συμβιβάζεται με το υλικό σύμπαν, αλλά προσπαθεί να ανασύρει εκ βαθέων τις αιτίες που γεννούν την υπαρξιακή και “φυσική” εξέλιξη γιατί δε βασίζεται σε φανταστικές καταστάσεις έκστασης, αλλά στη καθημερινότητα, δηλαδή στην καθημερινή άσκηση του ζην, με απλότητα και χωρίς υπερβολικές αντιδράσεις.
Η δύναμη της λέξης εντυπώνει στις ιδέες μια καταλυτική επίδραση , που προκαλεί στο μυαλό του ανθρώπου σημαντικές αλλαγές, οι οποίες τον οδηγούν σταδιακά σε υψηλότερες συνειδησιακές καταστάσεις. Αυτή “η σοφία του καθημερινού”, του φυσικού, είναι το καλύτερο αντίδοτο κατά της αβεβαιότητας της απαρχής και του τέλους, επειδή στο εσωτερικό του κάθε ένα από μας βρίσκονται οι απαντήσεις στα μικρά και μεγάλα ερωτήματα κι η ποίηση είναι το κλειδί με το οποίο ανοίγουμε την κιβωτό που περιέχει τις πιο περίπλοκες έννοιες που εξηγούν την ανθρώπινη ύπαρξη.
Με αυτά τα εργαλεία πρέπει να προσεγγίσουμε τον ΧΧΙ αιώνα, έναν αιώνα που πρέπει να εξορκίσει τις δυσμενείς επιδράσεις του προηγούμενου και να αναζητά στο βάθος κι όχι στην επιφάνεια, αν θέλει να μην αποτύχει ως εφήμερο σχήμα της ανθρώπινης εκδήλωσης. Δε θα πρέπει να εξετάζει εξονυχιστικά την υπερβατικότητα σε κλειστούς κύκλους, ούτε να διεισδύει σε λαβύρινθους της σκέψης που θα το κάνουν να περιπλανιέται άσκοπα, αλλά να βρει τα απλά κλειδιά του καθημερινού, με ανανεωμένη πνοή έτσι όπως χρειάζεται για να μπορέσει να φτάσει σε μια ανάταση, στην «φυσική υπερβατικότητα».


Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

5 Ποιήματα της Ροζαλίας ντε Κάστρο 5 Poemas de Rosalia de Castro

5 Ποιήματα της Ροζαλίας ντε Κάστρο
                                         5 Poemas de Rosalia de Castro

España (1837-1885)

Μετάφραση:Στέργιος Ντέρτσας

(Traducción:Stergios Nterchas)


Cuando recuerdo del ancho bosque...

Cuando recuerdo del ancho bosque
el mar dorado
de hojas marchitas que en el otoño
agita el viento con soplo blando,
tan honda angustia nubla mi alma,
turba mi pecho,
que me pregunto:
«¿Por qué tan terca,
tan fiel memoria me ha dado el cielo?»



Όταν θυμάμαι  απ’ το πλατύ  δάσος…


Όταν θυμάμαι  απ’ το πλατύ  δάσος
τη χρυσαφένια θάλασσα
των μαραμένων φύλλων που στο φθινόπωρο
ταράζει ο αγέρας με πνοή απαλή,
τόσο βαθιά αγωνία συννεφιάζει τη ψυχή μου,
αναστατώνει το στήθος μου,
που αναρωτιέμαι:
« Γιατί να μου ‘χει δώσει ο ουρανός
 τόσo επίμονη, τόσο πιστή μνήμη;»  














Son los corazones de algunas criaturas...

Son los corazones de algunas criaturas
como los caminos muy transitados,
donde las pisadas de los que ahora llegan,
borran las pisadas de los que pasaron:
no será posible que dejéis en ellos,
de vuestro cariño, recuerdo ni rastro










Είναι οι καρδιές κάποιων πλασμάτων…



Είναι οι καρδιές κάποιων πλασμάτων
σαν τους πολυσύχναστους δρόμους
όπου τα βήματα που φθάνουνε τώρα
σβήνουν τα βήματα αυτών που περάσανε:
δεν υπάρχει περίπτωση  σε αυτούς να αφήσετε,
της στοργής σας  ανάμνηση ούτε σημάδι.


















Yo en mi lecho de abrojos…

«Yo en mi lecho de abrojos,
tú en tu lecho de rosas y de plumas;
verdad dijo el que dijo que un abismo
media entre mi miseria y tu fortuna.
Mas yo no cambiaría
por tu lecho mi lecho,
pues rosas hay que manchan y emponzoñan,
y abrojos que a través de su aspereza
nos conducen al cielo.»










Εγώ στο κρεβάτι μου από τριβόλια…


“Εγώ στο κρεβάτι μου από τριβόλια,
εσύ στο κρεβάτι σου από ρόδα και πούπουλα
αλήθεια είπε αυτός που είπε  πως μια άβυσσος
μεσολαβεί  ανάμεσα στην μιζέρια μου και την καλοτυχία σου.
Αλλά  εγώ δεν θα άλλαζα
το κρεβάτι μου για το κρεβάτι σου
γιατί υπάρχουνε ρόδα που λεκιάζουν και δηλητηριάζουν
και τριβόλια που μέσα από την τραχύτητα τους
μας κατευθύνουν στα ουράνια.”
















Nada me importa, blanca o negra mariposa…


Nada me importa, blanca o negra mariposa,
que dichas anunciándome o malhadadas nuevas,
en torno de mi lámpara o de mi frente en torno,
os agitéis inquietas.
La venturosa copa del placer para siempre
rota a mis pies está,
y en la del dolor llena... ¡llena hasta desbordarse!,
ni penas ni amarguras pueden caber ya más.










Τίποτα δεν με νοιάζει, λευκή ή μαύρη πεταλούδα…


Τίποτα δεν με νοιάζει, λευκή ή μαύρη πεταλούδα
είτε μου προαναγγέλλεις ευτυχίες είτε καινούργιες συμφορές,
γύρω από την λάμπα ή από το μέτωπο μου γύρω,
ας  χτυπιέστε ανήσυχες.
Η θυελλώδης κούπα της απόλαυσης για πάντα
σπασμένη στα πόδια μου βρίσκεται,
και  σε κείνη  την πόνο γεμάτη ….-γεμάτη μέχρι που ξεχειλίζει!-
ούτε οδύνες ούτε πίκρες  μπορούνε  πλέον να χωρέσουν.















No subas tan alto, pensamiento loco…



No subas tan alto, pensamiento loco,
que el que más alto sube más hondo cae,
ni puede el alma gozar del cielo
mientras que vive envuelta en la carne.
Por eso las grandes dichas de la tierra
tienen siempre por término grandes catástrofes.











Μην ανεβαίνεις τόσο ψηλά, λογισμέ παράλογε…

Μην ανεβαίνεις τόσο ψηλά, λογισμέ παράλογε,
γιατί όσο  ψηλότερα πάει κανείς τόσο  πιο βαθιά γκρεμίζεται,
ούτε μπορεί η ψυχή τον ουρανό ν’ απολαύσει
για όσο θα ζει τυλιγμένη στη σάρκα.
Γι’ αυτό οι μεγάλες γήινες ευτυχίες

έχουν πάντα κατάληξη   μεγάλες συμφορές.

                               Γελωτοποιός Τα κουδουνάκια με ειδοποιούσαν πάντα πως ερχόταν Δυο δυο σε κάθε του μανίκι Κι ακόμη ...